Χανιά
Στο 100memories επιχειρούμε να ανασυγκροτήσουμε θραύσματα από τις «βιογραφίες» των τεσσάρων πόλεων της έρευνας, θεωρώντας πως οι πόλεις αποτελούν φασαριόζικα μωσαϊκά πολλαπλών μετακινήσεων, συναντήσεων, αφίξεων και αναχωρήσεων. Στόχος της έρευνας είναι να συγκροτήσουμε τις βιογραφίες των πόλεων ανασυγκροτώντας επιλεκτικά τους χώρους, τις εμπειρίες και τις μεταλλάξεις που διαμόρφωσαν τις πόλεις λιμάνια της έρευνας μας τόσο ως τόπους ιδιαίτερους και ξεχωριστούς όσο και ως τμήματα μιας παγκόσμιας ιστορίας της κινητικότητας.
Οι μετακινήσεις των ανθρώπων, αφίξεις και αναχωρήσεις, ήταν συστατικό στοιχείο της πληθυσμιακής συγκρότησης της Κρήτης. Συγκεκριμένα για την μεταναστευτική κινητικότητα που εντοπίζει κανείς στον 20ό αιώνα από και προς το νησί, αυτή ήταν κληρονομιά του ανθρώπινου κύματος που είχε δημιουργηθεί ήδη από την επανάσταση του 1821. Κάθε εξεγερτική διαδικασία που γινόταν στην Κρήτη μέσα στον 19ο αιώνα δημιουργούσε κύματα προσφύγων: εσωτερικών και εξωτερικών, δηλαδή από την ύπαιθρο του νησιού προς τις πόλεις και αντίστροφα, αλλά και από το νησί προς ελληνικό και προς οθωμανικό έδαφος. Οι μετακινήσεις αυτές αφορούσαν και τις τρεις θρησκευτικές ομάδες του νησιού, τους χριστιανούς, τους μουσουλμάνους και τους εβραίους.
Από το τέλος της οθωμανικής κυριαρχίας στο νησί, στα 1898, και μέχρι και την έναρξη της υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών, στα τέλη του 1923, οι πληθυσμιακές μετακινήσεις συνεχίστηκαν. Μετανάστες για λόγους πολιτικούς – κυρίως λόγω της δύσκολης θέσης στην οποία είχαν περιέλθει οι μη χριστιανορθόδοξοι στην Κρήτη – ήταν οι μουσουλμάνοι και οι εβραίοι Κρητικοί. Την ίδια περίοδο, όμως, μετανάστες για λόγους οικονομικούς γίνονταν πληθυσμοί και από τις τρεις θρησκευτικές ομάδες. Χριστιανοί, μουσουλμάνοι και εβραίοι αποχώρησαν από την Κρήτη προς διάφορες κατευθύνσεις για αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής, συνήθως χωρίς επιστροφή.
Οι αφίξεις Μικρασιατών το 1922, λοιπόν, δεν ήταν κάτι πρωτόγνωρο για το νησί. Αυτό που οπωσδήποτε, όμως, δεν ήταν συνηθισμένο, ήταν η μαζικότητά τους. Όταν δε, αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή με βάση το θρήσκευμα, η ανθρώπινη μετακίνηση πήρε άλλες διαστάσεις. Χιλιάδες ήταν οι χριστιανοί πρόσφυγες που έφτασαν στην Κρήτη και στα Χανιά, και χιλιάδες οι μουσουλμάνοι που αποχώρησαν. Πολλοί και από τις δύο πλευρές έκαναν απέλπιδες προσπάθειες να επιστρέψουν ή να παραμείνουν, αντίστοιχα, στους γενέθλιους τόπους τους. Οι προσπάθειες αυτές αποδείχτηκαν μάταιες.
Η δεκαετία του 1940 ανέκοψε τις πληθυσμιακές μετατοπίσεις με τον τρόπο που ήταν γνωστές μέχρι τότε. Το ίδιο το καθεστώς της Κατοχής σήμαινε τον έλεγχο των μετακινήσεων, επομένως ήταν μόνο μεμονωμένες περιπτώσεις οι μετεγκαταστάσεις. Οι μετακινήσεις που χαρακτηρίζουν τη δεκαετία του 1940, όμως, έχουν την έννοια του εκτοπισμού: ως το 1945 οι δυνάμεις κατοχής εκτόπισαν όλο τον εβραϊκό πληθυσμό της Κρήτης. Μάλιστα, το πλοίο στο οποίο φορτώθηκαν οι εβραίοι βυθίστηκε μεσοπέλαγα, τον Ιούνιο του 1944, με αποτέλεσμα να χαθούν σχεδόν στο σύνολό τους. Μαζικοί ήταν και οι εκτοπισμοί αντιστασιακών προς στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας, τους εκτοπισμούς πραγματοποίησε το ελληνικό κράτος, με μαζικές εξορίες στα νησιά που εξυπηρετούσαν αυτόν τον ρόλο. Στα τέλη της δεκαετίας σημειώνεται και το κύμα των πολιτικών προσφύγων, που αναζήτησαν καταφύγιο σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Κάποιοι Κρητικοί ακολούθησαν τον δρόμο αυτό.
Λίγα χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου οι μορφές μετακίνησης του πληθυσμού επανήλθαν στη γνώριμη μορφή της προπολεμικής περιόδου: μεγάλοι αριθμοί ανθρώπων, κυρίως από την ύπαιθρο αλλά και από τις πόλεις, αποφάσιζαν τη μετακίνησή τους από τον τόπο τους προς αναζήτηση μιας καλύτερης οικονομικής κατάστασης. Έτσι, από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 και για τα επόμενα 20 χρόνια περίπου, πλήθος Κρητικών μετανάστευσε προς την Αθήνα και προς το εξωτερικό: ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία Γερμανίας κλπ. Πολλοί έμειναν εκεί, όπου σήμερα βρίσκονται οι δεύτερες και τρίτες γενιές με καταγωγή από την Κρήτη. Αρκετοί, επίσης, παλιννόστησαν στη Μεταπολίτευση.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και αρχές του 1990 η πλάστιγγα των μετακινήσεων έγειρε προς τις αφίξεις στο νησί. Ένας μεγάλος όγκος πληθυσμού άρχισε να φτάνει στην Κρήτη, στα πλαίσια της μετανάστευσης που προκάλεσε η σταδιακή κατάρρευση των καθεστώτων στις πρώην κομμουνιστικές χώρες. Οι αφίξεις αυτές δεν ήταν κατ’ ανάγκη και εγκαταστάσεις, καθώς πολλοί από τους μετανάστες ξαναέφυγαν από το νησί. Παρέμεινε, όμως, γεγονός ότι η πλειοψηφία όσων εγκαταστάθηκαν στα Χανιά ήταν Αλβανοί και Αλβανίδες. Χώρες προέλευσης ήταν επίσης η Ρωσία, η Ουκρανία, η Βουλγαρία, αλλά και η Γεωργία, η Μολδαβία, η Σερβία κ.α. Κατά την τελευταία δεκαετία ένα μεγάλο ποσοστό όσων καταφτάνουν στο νησί προέρχονται από το Ιράκ, τη Συρία, το Πακιστάν κ.α., ακολουθώντας τα χαρακτηριστικά της μετανάστευσης που εντοπίζονται σε όλη την Ελλάδα.